Aνεπάρκεια τριγλώχινας βαλβίδας
Η ανεπάρκεια της τριγλώχινας βαλβίδας είναι πιο συχνή από ότι η στένωση και συνήθως εκδηλώνεται σε συνδυασμό με πνευμονική υπέρταση σε ασθενείς με στένωση ή ανεπάρκεια της μιτροειδούς. Η συχνότητα εμφάνισης της είναι μικρότερη από το 1%. Ήπια ανεπάρκεια τριγλώχινας συχνά αναγνωρίζεται με υπερηχοκαρδιογράφημα σε φυσιολογικά άτομα.
Η ανεπάρκεια είναι πιο συχνά δευτερογενής. Οφείλεται δηλαδή σε διάταση του τριγλωχινικού δακτυλίου και τράβηγμα των χορδών που συγκρατούν την γλωχίνα λόγω υπερφόρτωσης και διάτασης της δεξιάς κοιλίας (π.χ. πνευμονική υπέρταση, πνευμονική καρδία, ιδιοπαθής πνευμονική υπέρταση) και υπερφόρτωση όγκου (π.χ. μεσοκολπική επικοινωνία)
Άλλες αιτίες περιλαμβάνουν: ρευματική νόσος, λοιμώδης ενδοκαρδίτιδα (π.χ., ενδοφλέβια χρήση απαγορευμένων ουσιών), δυσλειτουργία των θηλοειδών μυών (έμφραγμα δεξιάς κοιλίας), μετά από μεταμόσχευση καρδιάς, καρκινοειδές σύνδρομο και σπάνια συγγενή αίτια (συμπεριλαμβανομένων ανωμαλία Ebstein).
Η λειτουργική ανεπάρκεια της τριγλώχινας ελαττώνεται με την βελτίωση της λειτουργικότητας της δεξιάς κοιλίας. Η οργανική όμως χρειάζεται χειρουργική αντιμετώπιση (επιδιόρθωση ή αντικατάσταση με προσθετική βαλβίδα) στον ίδιο χρόνο που διορθώνεται και η μιτροειδής.
Ακόμη και σοβαρή ανεπάρκεια μπορεί να είναι καλά ανεκτή για μεγάλο χρονικό διάστημα. Κλινική εξέταση και ιστορικό συμπτωμάτων δεξιάς καρδιακής ανεπάρκειας είναι χρήσιμα στην αξιολόγηση της σοβαρότητας της ανεπάρκειας της τριγλώχινας.
Η ανάπτυξη πνευμονικής υπέρτασης οδηγεί σε μείωση της καρδιακής παροχής και τα χαρακτηριστικά της δεξιάς καρδιακής ανεπάρκειας όπως: δύσπνοια, κόπωση, κυάνωση, κρύο δέρμα, οιδήματα και δυσφορία στο δεξιό υποχόνδριο.